Ο ορισμός της ιδιωτικότητας


Δεν υπάρχει παγκοσμίως αναγνωρισμένος ορισμός της ιδιωτικότητας, επειδή ο όρος μπορεί να έχει διαφορετικές σημασίες ανάλογα με τον πολιτισμό, την ιστορία ή την προσωπική εμπειρία. Κατά τη διάρκεια αυτού του μαθήματος, θα χρησιμοποιήσουμε έναν ορισμό που θα πρέπει να ισχύει επαρκώς στις περισσότερες δυτικές δημοκρατίες:

Η ιδιωτικότητα είναι η ικανότητα κάποιου να βρίσκεται μόνος χωρίς παρέα ή παρατηρητές, ή εν συντομία: είναι το δικαίωμα που έχει κάποιος να μείνει μόνος του. Το να λειτουργείς με ιδιωτικότητα σημαίνει να κρατάς μυστικές προσωπικές πληροφορίες και θέματα και να μοιράζεσαι προσωπικές πληροφορίες και θέματα μόνο όταν το επιθυμείς. Ως εκ τούτου, η προστασία της ιδιωτικότητας σημαίνει την ελευθερία από μη εξουσιοδοτημένη εισβολή στον προσωπικό χώρο, τις πληροφορίες και τα θέματα που αφορούν κάποιον.

Η σύγχυση προκύπτει συχνά από το ζήτημα ότι οι όροι «ιδιωτικότητα» και «προστασία δεδομένων» χρησιμοποιούνται ως συνώνυμες λέξεις. Και οι δύο συνδέονται μεταξύ τους, αλλά ενώ η ιδιωτικότητα αναφέρεται απευθείας στον προσωπικό χώρο ή το περιβάλλον ενός ατόμου, η προστασία δεδομένων αναφέρεται συγκεκριμένα στην προστασία «οποιασδήποτε πληροφορίας που σχετίζεται με ταυτοποιημένο ή αναγνωρίσιμο φυσικό (ζωντανό) πρόσωπο»[1]Η ιδιωτικότητα καλύπτει όλες τις πτυχές του προσωπικού περιβάλλοντος, όπως τη φυσική προστασία του σπιτιού σας. Για παράδειγμα, εάν πέσετε θύμα ανεπιθύμητης σωματικής επαφής, το δικαίωμά σας στην ιδιωτικότητα  βλάπτεται, αλλά όχι το δικαίωμά σας για προστασία δεδομένων.

Το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα είναι ανθρώπινο δικαίωμα όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1948 (UDHR):

«Κανείς δεν επιτρέπεται να υποστεί αυθαίρετες επεμβάσεις στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία του, ούτε προσβολές της τιμής και της υπόληψής του. Καθένας έχει το δικαίωμα να προστατεύεται από τον νόμο έναντι επεμβάσεων και προσβολών αυτού του είδους».[2]